Πολύς λόγος έγινε τελευταία για την επιλογή του ΛεΜπρόν Τζέιμς να εγκαταλείψει, μετά από επτά χρόνια, τους Κλίβελαντ Καβαλίερς και να μετακομίσει νοτιότερα, στο Μαϊάμι, για λογαριασμό των τοπικών Χιτ. Εκεί, ο «αυτοανακηρυχθείς βασιλιάς», όπως τον αποκάλεσε ο… πληγωμένος ιδιοκτήτης των Καβς, Νταν Γκίλμπερτ, θα συναντήσει τον Ντουέιν Ουέιντ και τον Κρις Μπος και θα ενώσουν τις δυνάμεις τους, σε μια προσπάθεια να οδηγήσουν ξανά το Μαϊάμι (που πήρε τον πρώτο του τίτλο το 2006, κόντρα στο Ντάλας) στη Γη της Επαγγελίας. Οσον αφορά στον Ουέιντ, ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενο ότι θα μείνει και θα ηγηθεί εκ νέου των Χιτ. Οσον αφορά στον Μπος, η όποια απόφασή του είχε περάσει σε δεύτερη μοίρα, καθώς όλο το ΝΒΑ περίμενε με «κομμένη την ανάσα» την απόφαση του ΛεΜπρόν.
Όταν λοιπόν αυτή ανακοινώθηκε, από τα χείλη του ίδιου του «βασιλιά χωρίς στέμμα» του ΝΒΑ και με κάθε επισημότητα, το σοκ ήταν ισχυρό. Στο Κλίβελαντ οι φίλοι των Καβαλίερς βγήκαν στους δρόμους και άρχισαν να καίνε τις φανέλες με το «23», διαψεύδοντας όλους όσοι προσπαθούν χρόνια τώρα να μας πείσουν ότι στο ΝΒΑ δεν υπάρχει φανατισμός, όλα είναι… αγγελικά πλασμένα και καλώς καμωμένα και οι φίλαθλοι πάνε στο γήπεδο μόνο και μόνο για να φωνάξουν «defence-defence». Τη «σκυτάλη» των αντιδράσεων πήραν τις επόμενες ημέρες και πολλοί άσοι του παρελθόντος, όπως ο Μάικλ Τζόρνταν, ο «Μάτζικ» Τζόνσον και ο Τσαρλς Μπάρκλεϊ, που άσκησαν, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, σκληρή κριτική στον ΛεΜπρόν για την απόφασή του να μην προσπαθήσει να νικήσει τους Μπος και Ουέιντ, αλλά να προστρέξει, ουσιαστικά, στη βοήθειά τους, προκειμένου να μπορέσει να κατακτήσει αυτό που του λείπει τόσο πολύ: το δαχτυλίδι του πρωταθλητή.
Πριν προχωρήσω, να ξεκαθαρίσω κάτι: δεν είμαι φαν του Τζέιμς. Δεν μου αρέσει ο τρόπος παιχνιδιού του, δεν είναι του γούστου μου, βρε αδερφέ… Αλλά, στην περίπτωση αυτή, θα κάνω το «δικηγόρο του διαβόλου». Καταλαβαίνω όσους τον επικρίνουν, αλλά υπάρχει και η άλλη πλευρά, η άλλη εκδοχή. Μήπως τελικά ο ΛεΜπρόν δεν ήταν ποτέ τόσο εγωπαθής, όσο νομίζαμε; Μήπως, το να αποφασίσει να υποτάξει το «εγώ» του και να γράψει ιστορία ως μέλος της καλύτερης -θεωρητικά- τριάδας που αγωνίστηκε ποτέ μαζί, σε ένα σύλλογο, δείχνει ομαδικότητα και συλλογικό πνεύμα, στα οποία δεν μας είχε συνηθίσει; Είναι, τελικά, τόσο κακό, που αποφάσισε να πάρει λιγότερα χρήματα (όχι ότι θα… πεινάσει, αλλά είναι γεγονός), προκειμένου να έχει την ευκαιρία να αγωνιστεί παρέα με τα… φιλαράκια του και να προσπαθήσουν από κοινού να κατακτήσουν τον τίτλο του ΝΒΑ, να ρίξουν τους Λέικερς από την κορυφή;
Η απάντηση, για μένα τουλάχιστον είναι «όχι». Όχι, τίποτα απ’ όλα τα παραπάνω δεν είναι κακό. Όπως δεν ήταν κακό, όταν κάποτε οι Λέικερς είχαν «Μάτζικ», Τζαμπάρ και Ουόρθι μαζί ή οι Σέλτικς τους Μπερντ, ΜακΧέιλ και Πάρις. Όταν ο Μπάρκλεϊ, στα τελειώματά του, πήγε να συναντήσει τον Ολάζουον και τον Ντρέξλερ στους Ρόκετς. Όταν, όχι πολύ παλιά, ο Γκαρνέτ και ο Άλεν αποφάσιζαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους με τον Πολ Πιρς και να ηγηθούν των Μπόστον Σέλτικς, με αποτέλεσμα να φτάσουν σε έναν τίτλο, το 2008, και να «αγγίξουν» και το φετινό. Τότε, δεν «φώναξε» κανείς, δεν διαμαρτυρήθηκε κανείς. Το αντίθετο, μάλιστα… Τώρα όμως, ξαφνικά, όλοι εξεγέρθηκαν και «κράζουν» τον ΛεΜπρόν. Ποιον; Αυτόν που, επτά χρόνια τώρα, κρατάει «ζωντανή» την αγορά του ΝΒΑ, τροφοδοτώντας την είτε με το «οξυγόνο» της κόντρας του με τον Κόμπε Μπράιαντ (όπως «Μάτζικ» με Μπερντ) είτε με το δικό του «λιθαράκι» σε όλη αυτήν την αέναη αναζήτηση του διαδόχου του Μάικλ Τζόρνταν. Αν μη τι άλλο, αυτό είναι αχαριστία…
Ο μόνος λόγος λοιπόν, που η «Αγία Τριάδα» των Τζέιμς, Ουέιντ και Μπος «τρομάζει» και «τρομοκρατεί» το ΝΒΑ, είναι ότι και οι τρεις βρίσκονται ακόμα στην αθλητική ακμή τους και η προσπάθειά τους δεν είναι άλλο ένα απονενοημένο, στις περισσότερες περιπτώσεις, διάβημα παλαίμαχων παικτών να κατακτήσουν το πολυπόθητο δαχτυλίδι. Όταν κατακαθίσει ο κουρνιαχτός, θα καταλάβουν όλοι ότι η σύμπραξη των τριών μόνο ευεργετική μπορεί να αποβεί τόσο για το «είναι» όσο και για το «φαίνεσθαι» του ΝΒΑ. Και δεν νομίζω ότι τότε θα «τρομάξει» κανείς. Σε καθαρά αγωνιστικό επίπεδο, άλλωστε, μία ομάδα με τρεις σούπερ σταρ, αλλά με ελάχιστες εναλλακτικές λύσεις από κει και πέρα, λόγω των περιορισμών του «salary cap», και με έναν μετρίως… μέτριο προπονητή (τον Έρικ Σπόλστρα, εάν ο Ράιλι δεν ενδώσει τελικά στον πειρασμό να κοουτσάρει τους περίφημους τρεις), δεν μπορεί να αποτελέσει φόβητρο και, σίγουρα, έχει πολύ δρόμο μέχρι να φτάσει στην κορυφή…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου